Τρίτη 24 Ιουνίου 2008

Βραβείο Αναγνωστών και Λέσχες Ανάγνωσης




Το ΕΚΕΒΙ αν και ήδη από πέρυσι είχε διατυπώσει την ιδέα του για σύνδεση του Βραβείου Αναγνωστών με τις Λέσχες Ανάγνωσης (κατά την αναγγελία του νικητή του 2007, στην τηλεοπτική εκπομπή της Μπ. Τσουκαλά) επανήλθε στην Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης με την ίδια επιθυμία, αλλά χωρίς καμία ολοκληρωμένη πρόταση. Οι ίδιες οι λέσχες ανάγνωσης, πάλι, σίγουρα δεν είχαν φανταστεί μια τέτοια εξέλιξη, όπως συμπεραίνω από τις ερωτήσεις που διατυπώθηκαν στην Έκθεση. Αλλά δεν έχει και πολλή σημασία τελικά.



Το θέμα που συζητιέται αυτές τις μέρες και χαίρομαι για τις πρωτοβουλίες και του βιβλιοπωλείου Σύγχρονη Έκφραση (http://sigxroniekfrasi.blogspot.com/) και άπτεται των λεσχών ανάγνωσης είναι τα βιβλία που αυτές διαβάζουν, και αν υπάρχει το κατάλληλο υπόβαθρο για την επιλογή του καλύτερου, αντιπροσωπευτικότερου (;) βιβλίου.




Αντικειμενικά κριτήρια επιλογής ενός έργου τέχνης δεν υπάρχουν. Ποιος θέτει τα κριτήρια και με ποια κριτήρια αυτός θέτει τα κριτήρια; Τα ερωτήματα είναι πολλά, γνωστά και αναπάντητα. Επομένως και η επιλογή ενός βιβλίου (ή του βιβλίου της χρονιάς) είναι εξορισμού υποκειμενική. Αυτό βλέπουμε να συμβαίνει στους τοπικούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, στα βραβεία λογοτεχνικών περιοδικών και εν τέλει στα ίδια τα Νόμπελ. Να πούμε απλά ότι «υπάρχουν πολλά πίσω από ένα βραβείο;» Βέβαια όλοι μπορούμε να μιλάμε για την απαξίωση του τάδε ή του συνόλου των βραβείων, αλλά όλα έχουν τελικά και ένα αντίκρισμα, που ελάχιστα αδιάφορους αφήνει τους ενδιαφερόμενους. Για τον συγγραφέα είναι η αύξηση των εσόδων του, για τον εκδοτικό οίκο αρκετή διαφήμιση.



Όταν το ΜΕΛΟΜΑ, ξεκίνησε τη λέσχη του με έναν μικρό πυρήνα 8 ανθρώπων, το πρώτο κείμενο που επέλεξε ήταν η Φόνισσα του Παπαδιαμάντη και όταν διευρύνθηκε το 2007 η Γυναίκα της Ζάκυθος, του Σολωμού. Από κει ταξιδέψαμε απ’ τον Τσίρκα ως τον Αλεξάνδρου κι απ’ το Φώκνερ ως τη Μόρισον. Τα ίδια τα άτομα λοιπόν (και όσα κουβαλούν) είναι αυτά που καθορίζουν το αναγνωστικό επίπεδο μιας λέσχης. Αν τώρα οι περισσότερες(;) λέσχες ανάγνωσης αποτελούνται από γυναίκες και αν αυτές διαβάζουν «βιβλία κομμωτηρίου» όπως εύστοχα σχολιάζει ο κακός μαθητής (http://badpupil.blogspot.com/), ας επιλέξουν αυτά τα βιβλία για το βραβείο αναγνωστών. Άλλωστε όπως φαίνεται οι γυναίκες είναι αυτές που διαβάζουν περισσότερο (http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_21/06/2008_274731) και μου είναι παντελώς αδιάφορο αν το Βραβείο Αναγνωστών του ΕΚΕΒΙ θεωρηθεί βραβείο Αναγνωστριών ή όπως αλλιώς. (με πρόλαβε πάντως πάλι η Σελλά πριν αναρτήσω το κειμενάκι μου http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_26/01/2008_256934).




Σημασία έχει, φυσικά, ότι δεν είμαστε πεπαιδευμένοι στη σωστή ανάγνωση, (ωραία το αναγνωρίζουμε, όπως και πολλά άλλα ακόμα) αλλά δεν υπάρχουν και προτάσεις για να προχωρήσουμε ένα βήμα πιο μπροστά. Και μήπως τελικά οι λέσχες είναι ένα «έτοιμο» ακροατήριο; Ο επόμενος στόχος μήπως είναι δηλαδή να εκπαιδευτούν οι λέσχες ανάγνωσης;

Μιχάλης Παπανικολάου


Τους τελευταίους μήνες συνεργάζομαι με το λογοτεχνικό περιοδικό «Μανδραγόρας». Από τα πιο σπουδαία που μου συμβαίνουν εκεί, είναι ότι φτάνουν στα χέρια μου βιβλία, των οποίων την ύπαρξη πιθανότατα δεν θα αντιλαμβανόμουν διαφορετικά.

Ένα από αυτά τα βιβλία είναι η ποιητική συλλογή «Τροφοσυλλέκτης πόλεων» του Μιχάλη Παπανικολάου (εκδ. περί τεχνών, Νοέμβριος 2007).

Η συλλογή είναι χωρισμένη σε 3 μέρη: Τα λαϊκά τραγούδια , Το βύθισμα, Οι τέσσερες εποχές.

Πρώτο ξάφνιασμα: Τα λαϊκά τραγούδια. Ποιήματα με τίτλους γνωστών ρεμπέτικων τραγουδιών, αφιερωμένα στους συνθέτες τους. Τα τραγούδια άκρως οικεία στ' αυτιά μου, φέρνουν αμέσως στο νου (και στα χορευτικά μου πόδια) αναμνήσεις διάφορες, γλέντια, πανηγύρια, ταξίδια με το αυτοκίνητο και το ραδιόφωνο, μετά το κασσετόφωνο, μετά το CD να παίζουν ξανά και ξανά τα ίδια αυτά τραγούδια κι εμείς να τραγουδάμε, να ξέρουμε όλους τους στίχους, αναμνήσεις ζωής.

Και ξάφνου το ποίημα. Τολμηρό. Να μη φοβάται να κοιτάξει κατάματα το ρεμπέτικο τραγούδι (και άρα όλες μου τις αναμνήσεις) και να συνομιλεί απευθείας μαζί του, με ματιά τόσο σημερινή, φρέσκια, ζωντανή.

Ένα παράδειγμα:

ΝΥΧΤΩΣΕ ΧΩΡΙΣ ΦΕΓΓΑΡΙ
Του Καλδάρα

Του βγάλανε τα μάτια
Του κόψανε τ αυτιά
τη μύτη τη γλώσσα τα πόδια
Του ξεριζώσαν τα μαλλιά
τα γένεια
Αφήστε - τον τώρα είπαν
μην τον φοβάστε

Του αφήσανε τα χέρια
αχ τα χέρια
που ξέρουνε ν αγγίζουνε
και να πολεμάνε

Πώς να μην ταραχτείς; Πώς να μην νιώσεις την αλήθεια; Πώς να μην δεις ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, ότι το χθες είναι σήμερα και θα είναι και αύριο; Πώς να μην τρομάξεις;

Και μετά, το 2ο μέρος της συλλογής: Το βύθισμα.

Βύθισμα πραγματικό, σκληρό, κυνικό.

ΤΟ ΠΑΤΑΡΙ ΤΟΥ ΛΟΥΜΙΔΗ

Τι να περιμένει κανείς
από ναν κόσμο αποβλακωμένων γερόντων
που ανέχτηκε να γίνει
το «πατάρι του Λουμίδη»
τράπεζα

Τα ποιήματα του «Τροφοσυλλέκτη πόλεων» ολοκληρώνονται με τις «τέσσερες εποχές». Ένα ποίημα σε 4 μέρη. Όλα εδώ ξάφνου ησυχάζουν. Μαλακώνουν. Ίσως επειδή αφιερώνονται «στη Μίνα» (είμαι μια χαζορομαντική). Αλλά, ναι, ίσως επειδή αφιερώνονται στη Μίνα, ίσως επειδή ακούω τον Vivaldi, ο Παπανικολάου γίνεται λυρικός, χωρίς ποτέ να πάψει να κοιτάζει την αλήθεια κατάματα, να αντέχει να δει την αλήθεια κατάματα.

Ενα βράδυ μου είπες ξαφνικά
Θέλω να πεθάνω
Γυναίκα, όποια κι αν είσαι
δε μπορείς
Πεθαίνω θα πει φεύγω ατιμώρητος
ανατρέπω την ισορροπία των χρωμάτων
εμπορεύομαι τις αμαρτίες - μου
Αλλά σ αυτή τη γη υπάρχει δικαιοσύνη, πώς λοιπόν;
Τι έκανες απόψε
για να δικαιολογήσεις;
Τι πρόστεσες στην αγωνία -μας
πώς περιήλθες αυτόν τον κύκλο ζωής
Για νάχεις το δικαίωμα;

Για εκείνον που διαβάζει, είναι μέγιστη χαρά η συνάντηση με κείμενα αληθινά, με κείμενα αληθινών δημιουργών, ειδικά τα ανακαλύπτει τυχαία, όταν το αναπάντεχο της ζωής έρχεται να επιβεβαιώση τη χαρά της ανάγνωσης. Αναρωτιέμαι: πόσα ακόμα κείμενα, πόσους δημιουργούς χάνω μες στην πληθώρα; Και πόσους ακόμα θα έχω την ευτυχία τυχαία να ανακαλύψω.


Το ποίημα δεν εξηγείται

Περιπλέει την ύπαρξή - μας

και την κατάλληλη στιγμή

εισχωρεί

διαμελίζει


τεμαχίζει σάρκες

συντρίβει οστά.





Τρίτη 17 Ιουνίου 2008

Χρίστος Λάσκαρης

ΝΑ ΔΙΑΣΧΙΖΕΙΣ ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ

Να διασχίζεις το δωμάτιο,
να ξεπερνάς τη δυσκολία της κουρτίνας
και φτάνοντας
να επιμένεις στο παράθυρο –

αν το ανοίξεις
όλα γίνονται εύκολα.

--------------------------------------------------

Σσσσσ.....

Καλό ταξίδι να έχεις, ποιητή. Ήσυχος. Λιτός. Να είσαι.

Τρίτη 10 Ιουνίου 2008

τα ταξίδια των βιβλίων

είπε κάποιος ότι δεν κάνουν ταξίδια τα βιβλία;


το Κιβώτιο ταξίδεψε από το νότο στο βορρά και μετά στη δύση κι ύστερα στην ανατολή και μετά και πάλι στο νότο. στο δρόμο γέμισε, γέμισε ασφυκτικά, κι ας έφθασε τελικά άδειο στον προορισμό του. πόσοι αλήθεια δεν θα το ζήλευαν! τόσο ελαφρύ κι όμως τόσο γεμάτο!

ο Γέρος ξεκίνησε κι αυτός από το νότο για να φθάσει σχεδόν στην πιο ψηλή ελληνική κορφή (παρά κάτι στα 2.918μ)
και μετά επέστρεψε στο νότο και μετά μπάρκαρε για ένα κυκλαδονήσι, κι όταν επέστρεψε και πάλι, εκεί απ’ όπου ξεκίνησε, αναρωτήθηκε, τι παραπάνω θα μπορούσε ποτέ να ζητήσει;

μοναχικές διαδρομές; κάθε άλλο. μαζί τις κάναμε, παρέα: τη μια φορά, το κιβώτιο, ο Άρης κι εγώ, την άλλη, ο γέρος, ο Γουίλιαμ κι εγώ. κι από δίπλα μας και μερικοί άλλοι, φίλοι συνοδοιπόροι. αργές διαδρομές, τόσο αργές που κάποιοι (βιαστικοί) σίγουρα θα σήκωναν μισο-ειρωνικά το φρύδι, αν έβλεπαν την πορεία μας. και τι μ’ αυτό; τι μετράει τελικά πιο πολύ σ’ ένα ταξίδι, από το να βρεις το ρυθμό και ν’ αφεθείς ελεύθερος να νιώσεις;

διαδρομές αισθήσεων ήταν αυτές. και αποκάλυψης μυστικών που περίμεναν υπομονετικά. το μάτι που θα τα ξέθαβε, την καρδιά που θα συντονιζόταν με τον δικό τους παλμό. μέσα στις τυπωμένες σελίδες κρύβονταν κάποια απ’ αυτά, μέσα σε δύσβατες ανθρώπινες διαδρομές, όπου ο φυσικός χώρος –τα στοιχεία της φύσης-, ως σημείο αναφοράς αλλά και εκπόρευσης, όχι μόνο δεν ήταν φίλος και σύντροφος αλλά ο χειρότερος εχθρός. κάποια άλλα μυστικά κρύβονταν μέσα στον αυτούσιο φυσικό χώρο, που είχε όμως αυτή τη φορά μορφή ήπια, γλυκιά, δοτική. αυτήν της ανοιξιάτικης ελληνικής φύσης:


σχεδόν πάνω στα στοιχειωμένα βήματα τόσων πολύπαθων ψυχών, οι Πρέσπες, μας αποκάλυψαν τα ουράνια πετάγματα των αργυροπελεκάνων και των ερωδιών τους και τα ήρεμα αγναντέματα στα γαλήνια νερά τους.











χιλιάδες μίλια μακριά από τον Γέρο του αμερικάνικου νότου, τον Μισσισιπή, όμως εξίσου μεγαλειώδης, ο Όλυμπος, μας αποκάλυψε τη μεγαλοσύνη των άγριων κορυφών του


και τις μελωδίες των γλυκόλαλων αηδονιών του.


τέλος, η κοσμοπολίτισσα, η αναδυόμενη των γλεντιών και των ξενυχτιών, η Μύκονος, χμμ…αυτή δεν πρόλαβε, ή μάλλον δεν προλάβαμε εμείς…να δοκιμάσουμε όσα είχε φυλαγμένα…λιγάκι μόνο αγγίξαμε, μεταλάβαμε το αιγαιοπελαγίτικο μπλε και το ξερό καφετί της και παίρνοντας λίγες ανάσες από τις θαλασσινές πηγές, δίπλα στην Παραπορτιανή και στους νεόνυμφους που απαθανάτιζαν το δικό τους ταξίδι, δυο στίχους γράψαμε, ελπίζοντας, ποθώντας να κρατήσουμε αιώνιες τις στιγμές…


το παραπόρτι έβλεπε στου Αιγαίου τον αφρό,
από το Κάστρο είσοδος στης θάλασσας το κύμα.
τι που η πύλη η μικρή χάθηκε έναν καιρό;
στο βράχο πάνω άγρυπνοι της πίστης οι φρουροί,
μες στης ζωής το πέλαγος με τα λευκά τους ρούχα.

Παρασκευή 6 Ιουνίου 2008

Σώτη στη Θεσσαλονίκη






(Παραθέτω εδώ απομαγνητοφωνημένο απόσπασμα της ομιλίας-παρουσίασης της Σώτης Τριανταφύλλου, στην Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης 2008.)

«Γιατί γράφουμε; Οι περισσότεροι από εμάς νομίζω ότι γράφουμε επειδή δεν μπορούμε να μην γράφουμε. Ωστόσο, ο καθένας μας έχει διαφορετικές κινητήριες δυνάμεις. Μία από τις δικές μου είναι η αντίσταση στον κονφορμισμό. Γράφω για να αντισταθώ στον συντηρητισμό που με περιβάλλει. Γράφω σαν να κάνω μία επαναστατική πράξη. Θα μπορούσα να εκφραστώ διαφορετικά. Θα μπορούσα να διοργανώνω διαδηλώσεις. Αυτό δε σημαίνει ότι είμαι συγγραφέας που θέλει να διδάξει με κάποιο συγκεκριμένο τρόπο. Απλώς είναι ένα τρόπος -και όχι «απλώς», αλλά με σύνθετο περίγραμμα- είναι ένας τρόπος για να αντισταθώ τόσο στην καθημερινή επίθεση των παραδοσιακών αξιών, όσο και στον εξίσου πατροπαράδοτο και θλιβερό αριστερό συντηρητισμό, στην -όπως έλεγε ο Walter Benjamin- «αριστερή μελαγχολία».

Τί είναι αυτό το πράγμα, στο οποίο νομίζω ότι πρέπει να αντισταθούμε; Από τη μια πλευρά έχουμε την τρομερή επίθεση των ηλεκτρονικών μέσων, της τηλεόρασης, όλης αυτής της χυδαιότητας που όχι μόνο απειλεί την αισθητική και την πολιτική, αλλά την ίδια μας την ύπαρξη. Κινδυνεύουμε να γίνουμε πραγματικά ηλίθιοι. Από την άλλη πλευρά και συγχρόνως η τηλεόραση καταληστεύει τον χρόνο. Οι περισσότεροι άνθρωποι παραπονιούνται ότι δεν έχουν χρόνο. Ωστόσο αν μιλήσεις λίγο μαζί τους διαπιστώνεις ότι έχουν παρακολουθήσει όλες τις μεσημεριανές εκπομπές, κι ας υπάρχει το συνεχές παράπονο ότι η ζωή είναι μικρή, ότι δεν έχει τη σωστή διάρκεια. Αφού λοιπόν δεν έχει τη σωστή διάρκεια καλό είναι να περνάμε ωραία. Και ωφέλιμα. Και η ανάγνωση κάνει τους ανθρώπους και καλύτερους και πιο ευτυχισμένους. Η τηλεόραση, όχι.

Το γράψιμο, λοιπόν, είναι για την σύγχρονη εποχή μία αντίσταση σ' αυτή την τρομερή επίθεση της εξουσίας. Κι από την άλλη μεριά στην αντίδραση της αντίδρασης, που είναι η σύγχρονη αριστερά, η οποία δεν κάνει σωστά τη δουλειά της, η οποία δεν αγαπάει τον κόσμο τον οποίο θέλει ν΄ αλλάξει, η οποία εμφορείται από ταξικό μίσος, ή από μίσος γενικά.

[...]


Ένας άλλος λόγος για τον οποίον γράφω είναι η αγάπη για τους άλλους. Όχι ότι γράφω για τους άλλους, αλλά γράφω επειδή αισθάνομαι έτσι απέναντι στους άλλους, επειδή αισθάνομαι αγάπη για τους ανθρώπους γύρω μου. Αυτό νομίζω ότι μπορεί να κάνει κάποιον αναγνώστη συγγραφέα.

Τέλος, ο τρίτος λόγος για τον οποίο νομίζω ότι γινόμαστε συγγραφείς στη σύγχρονη στιγμή είναι γιατί συχνά οι ιδεολογίες πετάνε το μωρό μαζί με τα κουβαδόνερα. Μέσα στην απαξίωση της ζωής, δεν βρίσκεται το ωραίο εκείνο που μας κάνει να μένουμε στον κόσμο και να μην αυτοκτονούμε. Θέλω να πω μ' αυτό ότι αν κανείς διαβάσει και σκεφτεί, θα βρει έναν καλύτερο τρόπο να ζήσει μέσα στον δεδομένο κόσμο με όλα αυτά τα δεινά που έχει. Συχνά παραπέμπω στον Επίκτητο, ο οποίος λέει μεταξύ άλλων (απλοποιώ λίγο):

«Σε όποιον δεν αρέσει αυτή η ζωή, πρέπει να φεύγει»

Μπορούμε να το προχωρήσουμε ακόμα περισσότερο: Σε όποιον δεν αρέσει αυτή η δουλειά, πρέπει να φεύγει. Σε όποιον δεν αρέσει αυτή η σχέση, πρέπει να φεύγει. Σε όποιον δεν αρέσει αυτή η ομιλία, πρέπει να φεύγει. Είμαστε περισσότερο ελεύθεροι από όσο νομίζουμε. Κάνουμε πολύ μικρή χρήση της ελευθερίας μας.


Ο τελευταίος λοιπόν λόγος για τον οποίον γράφουμε είναι, νομίζω, να ξεχωρίσουμε μέσα από τα βιβλία μας και μέσα από τη σκέψη που μπορούν να γεννήσουν, τί μπορεί να αλλάξει στη ζωή, τί μπορεί να γίνει καλύτερο και πώς μπορούμε μέσα στο δεδομένο πλαίσιο να περάσουμε καλύτερη ζωή. Επίσης, πώς μπορούμε, αν δεν αντέχεται η ζωή μας, να φύγουμε. »

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2008

Φώκνερ, "ο Γέρος"


Ο «Γέρος» του Φώκνερ στη Λέσχη Ανάγνωσης της περασμένης Δευτέρας: ο «Γέρος» όπως το ορμητικό ποτάμι που παρασύρει ιδέες για τη διεκδίκηση της ανθρώπινης ελευθερίας και, ταυτόχρονα, για το δισταγμό μπροστά στην προοπτική μιας τόσο χαοτικής ελευθερίας, ο «Γέρος» όπως τα εκατομμύρια κομμάτια πεσμένων φύλλων που επιπλέουν στον ποταμό και μπερδεύονται μεταξύ τους σαν τις ανακατεμένες απολήξεις της ανθρώπινης συνείδησης, ο «Γέρος» όπως τα κουφάρια των ζώων που πνίγηκαν στις όχθες του ποταμού και μας θυμίζουν τη ζωή που χάθηκε, τους δρόμους που δεν ακολουθήσαμε και τις επιλογές που δεν πιστέψαμε, τα σταυροδρόμια που μετατρέψαμε σε κύκλους, ο «Γέρος» όπως οι δεκάδες διαφορετικές απόψεις που παρέσυραν η μία την άλλη και πλημμύρισαν το φιλόξενο αίθριο των εκδόσεων Μεταίχμιο...

Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης


Μεσημέρι Κυριακής 1ης Ιουνίου (καλό μήνα να 'χουμε). Είμαστε στη Θεσσαλονίκη, η Μαίρη και ο Γιάννης, και καθόμαστε σ' ένα καφέ δυο βήματα μακριά απ' τη Διεθνή Έκθεση.


Η Έκθεση βιβλίου δεν ήταν τελικά βαρετή.
Τα περίπτερα των εκδοτικών οίκων, το καθένα με τη δική του ξεχωριστή αισθητική, ήταν μοιρασμένα σε δυο αίθουσες χρωματισμένες από τα κόκκινα χαλιά που μας υποδέχονταν. Ο χώρος, γενικά, όχι πολύ μεγάλος, μπορούσαμε δηλαδή να τον περπατήσουμε χωρίς κούραση, και γρήγορα τον οικειοποιηθήκαμε... :)


Κυρίαρχος ο πεζός λόγος, που σημαίνει ότι πρώτον τριγύρω μας κυκλοφορούσαν δεκάδες πεζογράφοι, και δεύτερον οι εκδηλώσεις αφορούσαν κυρίως παρουσιάσεις μυθιστορημάτων -χωρίς να λείπουν εκδηλώσεις για τη φιλοσοφία ή την πολιτική κ.λπ., αλλά απουσίαζε η ποίηση.


Εμείς είχαμε ανέβει για να παραστούμε στις 3 εκδηλώσεις του ΕΚΕΒΙ για τις Λέσχες Ανάγνωσης. Ειπώθηκαν διάφορες απόψεις σχετικά με τη λειτουργία και τους στόχους τους, τέθηκαν ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο που οι Λέσχες θα μπορούν να ψηφίζουν για το Βραβείο Αναγνωστών κ.λπ. κ.λπ.. Εμείς κυρίως πήραμε μια αίσθηση σχετικά με το τι κάνουν οι υπόλοιπες λέσχες και πως θα μπορούσαμε να βελτιώσουμε τη δική μας. Οι ανταλλαγές εμπειριών είναι εξ ορισμού μια ωφέλιμη διαδικασία.


Μια μικρή ένσταση: το να παρουσιάζονται βιβλία ή να στήνονται περίπτερα με τον ίδιο και απαράλλαχτο τρόπο εδώ και ... άπειρα χρόνια, αφαιρεί τη ζωντάνια που χρειάζονται τέτοιοι θεσμοί ώστε να γίνονται αληθινά ενδιαφέροντες. Σε μια εποχή υπερ-παραγωγής βιβλίων επιβάλλεται να βρεθεί τρόπος ώστε ο επισκέπτης να σταθεί δημιουργικά μπροστά στα βιβλία.


Ας τολμήσουμε να πούμε ότι η ανάγνωση μας κάνει πιο ευτυχισμένους και ότι το βιβλίο είναι ένα αντικείμενο με το οποίο μπορούμε να "παίξουμε". Η χαρά - της επικοινωνίας, της συμμετοχής, της ευφυίας - ποτέ δεν έβλαψε κανέναν.