Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2009

"Οι γιαγιάδες" της Ντόρις Λέσινγκ


Η Ντόρις Λέσινγκ γεννήθηκε το 1919 στην Περσία, σημερινό Ιράν, από Βρετανούς γονείς αλλά από τα πέντε της χρόνια έζησε στη Νότια Αφρική όπου εγκαταστάθηκε η οικογένειά της. Από το 1949 ζει στο Λονδίνο. Εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο με τίτλο «Τραγουδάει το χορτάρι» το 1950, όπου θέτει ζητήματα που θα την απασχολήσουν σ’ όλη την έκταση του έργου της. Ρατσισμός, σεξουαλικότητα, κοινωνικός εφησυχασμός και ηθελημένη άγνοια. Με το μυθιστόρημά της «Το χρυσό σημειωματάριο» που εκδόθηκε το 1962, η Λέσινγκ θεωρήθηκε απόστολος του φεμινιστικού κινήματος, ρόλος που η ίδια αποποιείται. Στο έργο διερευνά τις συνθήκες ζωής μιας συγγραφέως που ζει κερματισμένη ανάμεσα στις διάφορες ιδιότητές της ως γυναίκα, μάνα, συγγραφέας, πολιτικό ον, αλλά ακόμη και τη θέλησή της να άρει τα όρια μεταξύ των ρόλων της και να υπάρξει ως ολότητα. Πολυγραφότατη, στο ενεργητικό της περιλαμβάνονται περισσότεροι από 50 τίτλοι βιβλίων. Επίσης η Λέσινγκ ήταν πάντα παρούσα στα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα της εποχής της. Το 2007 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ για το σύνολο του έργου της. Η Σουηδική Ακαδημία τη βράβευσε ως την «επική συγγραφέα της γυναικείας εμπειρίας, η οποία με σκεπτικισμό, πάθος και ιδεαλιστική δύναμη υπέβαλε ένα διχασμένο πολιτισμό σε εξονυχιστική έρευνα».

Στο βιβλίο της Λέσινγκ «Οι γιαγιάδες» που σχολιάσαμε περιέχονται τέσσερις νουβέλες. Στην ομώνυμη ιστορία δύο παιδικές φίλες που ζουν παρόμοιες ζωές σ’ ένα ανέμελο κόσμο, όπου υπονοείται το αποικιοκρατικό σύστημα της Νότιας Αφρικής, έχουν ερωτική σχέση η κάθε μια με τον έφηβο γιο της άλλης. Οι σχέσεις αυτές συνεχίζονται μέχρι που ο χρόνος και οι κοινωνικές δομές δείχνουν την παντοδυναμία τους. Κατά γενική διαπίστωση από τα παρόντα στη συζήτηση μέλη της λέσχης, η ιστορία είναι ενδιαφέρουσα αλλά η διαπραγμάτευσή της από τη συγγραφέα μάλλον αποτυχημένη. Η εναλλαγή αφηγηματικής οπτικής δεν επιτρέπει τη διείσδυση στους χαρακτήρες και κάνει την ιστορία πλαδαρή και επίπεδη.

Η δεύτερη νουβέλα «Η Βικτόρια και οι Στάβενι» είναι τοποθετημένη στο σύγχρονο Λονδίνο, όπου η Βικτόρια μια μαύρη απλοϊκή κοπέλα έφερε στον κόσμο ένα κοριτσάκι από λευκό πατέρα που προερχόταν από μεσοαστική οικογένεια με αντιρατσιστικές αντιλήψεις. Η Βικτόρια αποκτά φυλετική συνείδηση όταν βλέπει την κόρη της να μεγαλώνει με τα προνόμια της λευκής φυλής και της αστικής τάξης, προνόμια που είναι απαγορευμένα γι’ αυτήν και για το αγοράκι της που είναι αμιγώς μαύρο. Σ’ αυτή τη νουβέλα, την πιο ενδιαφέρουσα της συλλογής, η επιλογή από τη συγγραφέα των χαρακτήρων, της ήπιας ειρηνικής Βικτόριας και της καλοπροαίρετης οικογένειας των λευκών, κάνει ν’ αναδυθεί με μεγαλύτερη δύναμη το φυλετικό και ταξικό χάσμα που τους χωρίζει.

Στην τρίτη νουβέλα «Η αιτία όλων αυτών» παρακολουθούμε την ακμή και την παρακμή ενός αρχαίου πολιτισμού. Η Ντόρις Λέσινγκ κάνοντας προφανώς προβολή στο σήμερα καταδεικνύει ότι εκείνος ο αρχαίος πολιτισμός κατέρρευσε από κακές επιλογές, αλλά περισσότερο από την πανταχού παρούσα ανθρώπινη βλακεία. Ιστορία αδικαιολόγητα μακριά, που γίνεται φλύαρη και βαρετή – μάλιστα οι περισσότεροι απ’ τους συναναγνώστες δεν άντεξαν να τη διαβάσουν μέχρι το τέλος.

Στην τελευταία νουβέλα «Ο καρπός του έρωτά του», ένας άγγλος στρατιώτης του 2ου παγκόσμιου πολέμου έχει μια ερωτική ιστορία με μια παντρεμένη γυναίκα στη Νότια Αφρική. Όταν μαθαίνει αργότερα ότι απ’ αυτή τη σχέση γεννήθηκε ένα αγόρι βάζει σκοπό της ζωής του να γνωρίσει αυτό το παιδί που η μητέρα του κρατά σε απόσταση για να μην κινδυνέψει η κοινωνική της θέση. Πρόκειται για μια ιστορία που δείχνει το ανακάτεμα και τις ανατροπές που φέρνει ο πόλεμος στις ζωές των ανθρώπων. Η συγγραφέας αναπτύσσει την αφήγησή της γραμμικά αρχίζοντας από τη ζωή του ήρωα προπολεμικά και συνεχίζοντας με την κήρυξη του πολέμου, την κατάταξή του στο στρατό, τη μετακίνηση του συντάγματός του από την Αγγλία στην Νότια Αφρική και εν συνεχεία στην Ινδία. Αυτό το ταξίδι που αναπαριστάται από τη Λέσινγκ αριστοτεχνικά μεταδίδει όλη τη φρίκη του πολέμου χωρίς να περιγράφεται ούτε η ελάχιστη πολεμική αψιμαχία. Οι στρατιώτες στοιβαγμένοι σ’ ένα καράβι στην αρχή του πολυήμερου ταξιδιού χάνουν την ιδιωτικότητά τους κατόπιν την συναίσθηση του σώματός τους και τελικά την αξιοπρέπειά τους.

Αν και οι γιαγιάδες δεν είναι από τα σπουδαία έργα της Λέσινγκ, η στόφα της ως μεγάλης συγγραφέως φαίνεται από τις περιγραφές της, απ’ τον τρόπο που εξελίσσει τους χαρακτήρες, από το πώς χειρίζεται τα θέματά της, αλλά και από την ιδεαλιστική θεώρηση που διαπερνά όλες τις ιστορίες της.

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2009

Από τη Μόσχα και το Σατανά στον Πόντιο Πιλάτο

Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα, Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ




Ένα πολυπρισματικό μυθιστόρημα χωρίς σαφή άξονα, που μας προβλημάτισε αρκετά.

Τέσσερα είναι τα κύρια θέματα που απασχολούν τον Μπουλγκάκοφ στο μυθιστόρημά του: η ανάδειξη της εποχής του μέσα από τις συνήθειες και τις συμπεριφορές των ανθρώπων κάθε τάξης, αλλά κυρίως των λογοτεχνών. Ο έρωτας του Μαιτρ και της Μαργαρίτας. Η κάθοδος του Σατανά στη γη. Και … ο Πόντιος Πιλάτος.




Στο πρώτο θέμα που αποτελεί και το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου χρησιμοποιεί τη σάτιρα, εύστοχα πολλές φορές, δημιουργώντας τελικά ένα επικαιρικό ή και καταγγελτικό κείμενο, καταπιανώμενος με θέματα και που γνώριζε εκ των έσω και είχε ξαναγράψει και παλιότερα (π.χ. το θεατρικό του έργο Η Ερυθρά Νήσος). Η Μαργαρίτα θα έκανε τα πάντα για να ξανάβλεπε τον Μαιτρ της. Ως και να πουλήσει την ψυχή της στο Διάβολο, ο οποίος στην περιοδεία του επί γης, εκείνες τις μέρες βρέθηκε και στην «άθεη» Μόσχα, για να διασκεδάσει και να ανακατέψει λίγο τους κατοίκους της. Και τα δύο αυτά θέματα είναι μάλλον άνευρα, ο έρωτας της Μαργαρίτας δεν αναδεικνύεται έτσι ώστε να πείσει η επικείμενη σύνδεσή της με το Σατανά, και ο τελευταίος εμφανίζεται τελικά τόσο «καλός», -υπηρετεί κι αυτός με τη σειρά του τον αφέντη του-, τόσο στερεοτυπικά δομημένος και όμοιος με τον αντίστοιχο στον Φάουστ του Γκαίτε, ή αρκετά υπεράνω και αδιάφορος για τα πράγματα από ότι στο «Το χειρόγραφο του κύριου Σολοβάιδ» του Hauff. Γενικά μια ατολμία διατρέχει όλο το κείμενο που γίνεται τόσο φανερή στο «τέλος» του, όπου όλα επανέρχονται στην πρότερη ήρεμη τάξη. Είναι ο φόβος ή η αδυναμία του Μπουλγκάκοφ τελικά να προχωρήσει λίγο παραπέρα τα θέματά του και να δώσει εκείνα τα συστατικά που έκαναν τη Διαβολιάδα του 13-15 χρόνια νωρίτερα ξεχωριστή;

Τέλος, ο Πόντιος Πιλάτος – ένα μυθιστόρημα που έχει γράψει ο Μαιτρ και δεν δέχτηκαν οι συγγραφικοί κύκλοι να εκδώσουν: η αφήγηση της Σταύρωσης του Χριστού στο δεύτερο κεφάλαιο, είναι δείγμα αριστοτεχνικής γραφής από τον Μπουλγκάκοφ. Όμως και πάλι το όλο θέμα είναι ξεκάρφωτο στο σύνολο του βιβλίου. Ακόμα και αν ο Σατανάς έρχεται στην άθεη Μόσχα για να επιβεβαιώσει την παρουσία του ή την αλήθεια της ύπαρξής του, και ο Μαιτρ γράφει για ένα μυθιστόρημα για τον Πόντιο Πιλάτο μια περίοδο όπου όλα αυτά τα θρησκευτικά θέματα καταχωνιάζονται, μάλλον δεν αρκούν στο πλαίσιο που έχει χτίσει ο ίδιος ο συγγραφέας…




Ο Μπουλγκάκοφ φτιάχνει ένα αφήγημα ευχάριστο και ρέον που ο αναγνώστης θέλει να διαβάσει απνευστί, με τα καλύτερα υλικά που θα μπορούσε να έχει στην κουζίνα του, αλλά τελικά το αποτέλεσμα δεν ήταν ικανοποιητικό για μας τους λίγους που συναντηθήκαμε στο καφέ του ΒΟΞ αυτή τη φορά και το συζητήσαμε.



Δείτε κι εδώ:

http://cr.middlebury.edu/public/russian/Bulgakov/public_html/index.html

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2009

"Μαύρος Κύκνος" του Ντέιβιντ Μίτσελ

Ο Ντέιβιντ Μίτσελ γεννήθηκε στο Σάουθπορτ της Αγγλίας το 1969 και μεγάλωσε στο Γούστερσαϊρ. Αφού τελείωσε το Πανεπιστήμιο του Κεντ, έζησε ένα χρόνο στη Σικελία, έπειτα μετακόμισε στην Ιαπωνία, όπου για οκτώ χρόνια δίδασκε αγγλικά στους φοιτητές του Πολυτεχνείου της Χιροσίμα, για να επιστρέψει εν συνεχεία στην Αγγλία.


Ο Ντέβιντ Μίτσελ έχει γράψει 4 μυθιστορήματα το Ghostwritten-το δέντροτης τύχης , (1999)
number9dream, 2001
Ο άτλας του ουρανού 2004
μαύρος Κύκνος 2006
τα οποία έχουν πάρει διάφορους επαίνους και βραβεία

Ο Μαύρος Κύκνος είναι ένα ημιαυτοβιογραφικό μυθιστόρημά και αναφέρεται στις Εφηβικές ανησυχίες.

Ο Μίτσελ τοποθετεί τη δράση του μυθιστορήματος στην επαρχιακή πόλη Μπλακ Σουάν, το έτος 1982, γράφοντας από την πλευρά εφήβου. Όσοι έχουν διαβάσει τα προηγούμενα βιβλία του «Δέντρο της τύχης» και «Ο Άτλας του ουρανού» θα διαπιστώσουν ότι στον «Μαύρο κύκνο» ο συγγραφέας παρεκκλίνει από το γνώριμο ύφος του. Τα προηγούμενα μυθιστορήματα του, έχουν δαιδαλώδη αφήγηση και πολύτροπη γλώσσα, δηλ. πειραματίζεται με τις φόρμες και τη γλώσσα. Κάνει πολλούς λογοτεχνικούς νεωτερισμούς. Στον «Μαύρο Κύκνο» δεν πειραματίζεται, γράφει με απλό και ρεαλιστικό τρόπο και πολλοί κριτικοί λένε ότι είναι συμβατικός (ο «Κύκνος»).

Ο ίδιος είπε: «Ηθελα ο Τζέισον να είναι αρκετά ασχημάτιστος προκειμένου να γίνεται πειστικός. Δεν ήθελα να μιλάει σαν παιδί-θαύμα, αλλά από την άλλη να προσελκύει το ενδιαφέρον του αναγνώστη». Έχει επίσης πει ότι όταν γράφει ενδιαφέρεται περισσότερο για τους χαρακτήρες παρά για τις ιδέες. Ο ίδιος λέει: «Τα παιδιά σε αυτή την ηλικία δεν έχουν τις ίδιες γλωσσολογικές φόρμουλες με τους μεγάλους - ταιριάζουν με διαφορετικό τρόπο τις λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί ξαφνικά να βγάλουν ποίηση και με λίγη τύχη σοφία και διορατικότητα».



(Λίγα λόγια για την ΠΛΟΚΗ)

Καθένα από τα δεκατρία κεφάλαια του βιβλίου παρακολουθεί έναν μήνα της ζωής του Τζέισον, από τον Ιανουάριο του 1982 έως τον Ιανουάριο του 1983 στην περίοδο αυτή γίνεται και ο πόλεμος των Faukland (Αγγλία και Αργεντινή επί πρωθυπουργίας Thatcher). Ο συγγραφέας μιλάει για τη ζωή του Jason ο οποίος πλησιάζει στα 13 του χρόνια.

Ο Τζέισον προσπαθεί να επιβιώσει έχοντας να αντιμετωπίσει τη βία και τις κοροϊδίες στο σχολείο, λόγων της βραδυγλωσσίας και του τραυλισμού του, τις οποίες αποδίδει στον «Δήμιο», τον φανταστικό διώκτη του, ο οποίος είναι ουσιαστικά ο βραδύγλωσσος εαυτός του.



Στη διάρκεια αυτής της ιστορίας, ο ήρωας βαδίζει προς την ωριμότητα, αντιμετωπίζοντας πρόσωπα και εμπειρίες που τον διαμορφώνουν: Το πρώτο δυσάρεστο τσιγάρο, το πρώτο φιλί, ο πόλεμος των Φώκλαντ και ο θάνατος. Μια μποέμ μετανάστρια που του θέτει ερωτήματα για την ομορφιά και την τέχνη. Η οικονομική ύφεση επί Μάργκαρετ Θάτσερ. Ο Καταυλισμός των τσιγγάνων και η υστερία που προξενεί στο χωριό με φόντο το διαζύγιο των γονιών του. Επίσης προσπαθεί να καλύψει το ότι γράφει ποίηση γιατί αυτό δεν ταιριάζει καθόλου με τον περίγυρο του αλλά σε αυτό βρίσκει ένα αδιέξοδο ή είναι μια ανάγκη του.

Τίθεται το ερώτημα εάν «ο Μαύρος Κύκνος» είναι εφηβική λογοτεχνία ή απλά ένα βιβλίο που μιλάει για ένα έφηβο. Και αν ναι, τι είναι εφηβική λογοτεχνία και πως ξεχωρίζει από την υπόλοιπη λογοτεχνία;

Εφηβική Λογοτεχνία: διευρύνει τον κόσμο των εφήβων, τους δείχνει πτυχές του κόσμου και της ιστορίας χωρίς να είναι διδακτική ή δογματική δηλ. όπως και η υπόλοιπη λογοτεχνία αλλά με πιο απλό τρόπο;

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2009

Τελικά τι έκανε η Αλίκη εκεί κάτω;

Πόσο πραγματικά μπορεί να αποδεσμεύσει κανείς τις αναμνήσεις του από την εντύπωση που του προξενούσε κάποτε ένα παιδικό βιβλίο και να το δει με νέο, ενήλικο βλέμμα; Κι όμως, τα μέλη της λέσχης το προσπάθησαν, καθώς καταπιάστηκαν, καλοκαιριάτικα, με αυτό το τόσο γνωστό και πολυδιαβασμένο και πολύ-ιδωμένο παραμύθι.

Η ζωή του Lewis Carroll(Charles Lutwidge “Do-Do”Dodgson) υπήρξε ιδιαίτερη και επηρέασε σε μεγάλο βαθμό το έργο του, που ήταν αποκλειστικά εμπνευσμένο από τη σχέση του με τα μικρά κοριτσάκια, τη διδασκαλία της λογικής και την καθημερινότητά του. Το βιβλίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά για το ευρύ κοινό και με αυτόν τον τίτλο στις 4/7/1865. Δεν ξέρουμε εάν το βικτωριανό κοινό της εποχής, εντόπισε την κριτική διάθεση προς το πολίτευμα που εντοπίζει ο σημερινός αναγνώστης, ούτε τι σήμαινε γι αυτό η διαρκής αλλαγή του μεγέθους της Αλίκης. Τα μέλη της λέσχης, πάντως, αντάλλαξαν πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις.

Για τα μέλη της λέσχης, η έννοια του ταξιδιού αυτού της Αλίκης, εντοπίζεται στην ενηλικίωση. Η δώδεκα φορές αλλαγή μεγέθους είναι μία ένδειξη της αναπότρεπτης πορείας του παιδιού προς τον κόσμο των μεγάλων, είτε αυτό συμβαίνει λόγω φύσης είτε λόγω της στάσης της βικτωριανής εποχής απέναντι στα παιδιά, που τα έβλεπε απλά σαν μικρούς ενήλικες. Η Αλίκη βρίσκεται σε έναν κόσμο που δεν καταλαβαίνει και προσπαθεί να επιβιώσει. Για να το κάνει αυτό πρέπει να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις της και τη λογική της και να ορίσει την ταυτότητά της, αλλά αυτό αποδεικνύεται πολύ δύσκολο στον κόσμο που έχει βρεθεί. Ένας κόσμος όπου ακόμα και οι πιο βασικές παραδοχές αμφισβητούνται, όπως το ότι είναι άνθρωπος:

Κάμπιας: Ποια είσαι εσύ;
Αλίκη: Να σας πω, κύριε, δεν είμαι σίγουρη αυτή τη στιγμή…Τουλάχιστον ξέρω ποια ήμουν όταν σηκώθηκα το πρωί, αλλά νομίζω ότι άλλαξα αρκετές φορές από τότε».[i]

Πάντως, είναι αξιοσημείωτο ότι η οπτική ματιά στο έργο που απευθύνεται κατά τα άλλα σε παιδιά, είναι η ματιά ενός ενήλικου στο κόσμο των παιδιών. Ίσως αυτός είναι ένας λόγος που αυτό το διήγημα έχει γνωρίσει τόσες παιδικές διασκευές, που εστιάζουν μόνο στην πλοκή ή στις έντονες και εντυπωσιακές εικόνες και αφήνουν απέξω όλα τα «δύσκολα» υπο-κείμενα που εφάπτονται της ψυχολογίας και της λογικής.


[i] Μετάφραση Έφη Καλλιφατίδη, εκδόσεις Ιδεόγραμμα.

Κυριακή 26 Ιουλίου 2009

Αλεκσάνταρ Χέμον "Με το βλέμμα του Μπρούνο"

Το τελευταίο βιβλίο αυτής της χρονιάς ήταν μια συλλογή διηγημάτων του Αλεκσάνταρ Χέμον, ενός συγγραφέα, όχι πολύ γνωστού στην Ελλάδα (ή καθόλου γνωστού), που όμως χαίρει αποδοχής και εκτίμησης στο εξωτερικό. Ο Βόσνιος Αλεκσάνταρ Χέμον γεννήθηκε στο Σαράγεβο το 1964, ενώ απ’ το 1992, ζει μόνιμα στο Σικάγο.




Πέρα από το «Με το βλέμμα του Μπρούνο» που διαβάσαμε, στα ελληνικά κυκλοφορεί το μυθιστόρημά του «Ο άνθρωπος από το πουθενά», καθώς και ένα ακόμα διήγημά του στη συλλογή «Το βιβλίο του άλλου», που επιμελήθηκε η Ζέιντι Σμιθ.
Λογοτεχνικά και θεματικά το πρώτο του βιβλίο είναι καλύτερο. Διηγήματα μικρά ή μεγαλύτερα σε μέγεθος, όπου δεν διστάζει να αναμετρηθεί με τη φόρμα και να κερδίσει. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα θέματά του είναι τρία: α) το παρελθόν του- καταγωγή- βιώματα- εμπειρίες- παιδική ηλικία αλλά και η ιστορία του τόπου του, της Βοσνίας, οι πολιτικές εξελίξεις, κομουνισμός, η δολοφονία του γιουγκοσλάβου βασιλιά Αλέξανδρου το 1934 κ.λπ., β) ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία και οι συνέπειές του και γ) η μετανάστευσή του στις ΗΠΑ και οι εκεί δυσκολίες.



Ο Χέμον είναι συνεπής με τις ιστορίες του, τις έχει μελετήσει αρκετά ώστε να καταφέρει να μην πέσει στο μελό ή την αυτοαναφορικότητα, και μακριά από όποια ναρκισιστικά τερτίπια, δεν διστάζει να σατιρίσει εαυτόν και να παίξει ακόμα και με τ’ όνομά του. Αν και δεν συμφωνήσαμε όλοι σε αυτό, η απόσταση που υπάρχει (πιθανώς) από τον χρόνο των γεγονότων στο χρόνο της καταγραφής αυτών βοήθησε τον Χέμον να τις φιλτράρει και να τις προσφέρει καθαρό νερό. Οι ιστορίες του είναι σε γενικές γραμμές καλά δομημένες, αν και κάποτε χάνεται το κέντρο βάρους και ο πλατειασμός κάνει κάποια σημεία κουραστικά.
Ανάμεσα στα καλά κείμενα ενδιαφέρον παρουσιάζει η «Ευχάριστη κουβεντούλα» όπου καταπιάνεται με το (υποτιθέμενο) παρελθόν της οικογένειας των Χέμον, και το χτίσιμο της ιστορίας αυτών. Χέμον, Αίμων ή Δαίμων λοιπόν; Η «Χεμονιάδα» αυτή, που θα μπορούσε να ειδωθεί και σαν μια αναφορά στο παρελθόν των λαών της βαλκανικής χερσονήσου, μιλάει με τον πιο εύγλωττο τρόπο για την αντίστιξη του μύθου και της πραγματικότητας και πόσο τελικά αρεσκόμαστε στις «μυθολογίες».



«Με το βλέμμα του Μπρούνο» ο Χέμον μας έδωσε τροφή για πολύωρη συζήτηση, με θέματα όπως η μεταναστευτική λογοτεχνία, ή η αναζήτηση κοινής ρίζας ή βιωμάτων βαλκάνιων λογοτεχνών κ.ά.



καλό καλοκαίρι

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2009

ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ και επόμενα διαβάσματα

Αρχή διακοπών και τέλος της «σχολικής» χρονιάς, αλλά η Λέσχη μας συναντήθηκε για να διαλέξει τα βιβλία που θα διαβάσει μέσα στον επόμενο χρόνο:

Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων - Λούις Κάρολ
Μαύρος Κύκνος - Ντέιβιντ Μίτσελ
Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα - Μπουλγκάκοφ
Οι Γιαγιάδες - Ντόρις Λέσινγκ
Βασιλιάς Ληρ - Σαίξπηρ
Θέλετε να χορέψομε Μαρία - Μέλπω Αξιώτη
Eroica - Κοσμάς Πολίτης
Έξι νύχτες στην Ακρόπολη - Σεφέρης
αλλά και ένα περι-διάβασμα στη σύγχρονη βαλκανική λογοτεχνία.
ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΡΙ!!!!

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2009

Ναντίν Γκόρντιμερ-Φίλιπ Ροθ

Απόγευμα Ιουνίου. Στον τόπο συνάντησης της Λέσχης κυριαρχεί ηρεμία η οποία όμως σταδιακά διαταράσσεται. Τυγχάνει τα βιβλία προς συζήτηση να είναι «Ο Ύστερος Αστικός Κόσμος» της βραβευμένης με Νόμπελ Ναντίν Γκόρντιμερ και το «Ζώο που ξεψυχά» του Φίλιπ Ροθ.
Η Γκόρντιμερ συγκεντρώνει τους επαίνους καθώς η Λιζ ο κύριος χαρακτήρας του μυθιστορήματος, μέσω της αναδρομής της σχέσης της με τον πρώην σύζυγο της - με αφορμή την αυτοκτονία του τελευταίου- ξεδιπλώνει την πολιτική κατάσταση της Νότιας Αφρικής κατά την διάρκεια του Απαρτχάϊντ αλλά και της ψυχολογικής υπόστασης του Μαξ, του αντι- ήρωα εκλιπόντος συζύγου της. Μέσα από αυτή την προσέγγιση κατορθώνει να μας δώσει μας ένα μεστό έργο που αναδεικνύει με αρτιότητα τον ιστό μεταξύ του κοινωνικού και ιδιωτικού βίου.
Για κάποιους, η γραφή του συγκεκριμένου έργου είναι στείρα συναισθηματισμού λόγω της αποστειρωμένης από αισθηματισμούς παρουσίασης των πεπραγμένων, από την αφηγήτρια, με αποτέλεσμα την αποστασιοποίηση του αναγνώστη από τα δρώμενα.
Παρά ταύτα, ο τρόπος παρουσίασης του διλλήματος ‘πολιτικός ακτιβισμός, ειδικά όταν η ενασχόληση με την πολιτική μπορεί να αποβεί μοιραία, και ‘ατομική επιβίωση’ που όμως συνοδεύεται με την ενοχή της απραξίας ως συναίνεσης σε μια πολιτική κατάσταση που διαιωνίζει και υπηρετεί- την ένδεια ανθρωπισμού και την βαρβαρότητα προς τους άλλους, στην προκειμένη περίπτωση, τους ‘μη λευκούς’- θεωρήθηκε ότι προσεγγίστηκε με αρκετή δεξιοτεχνία αναδεικνύοντας την Γκόρντιμερ ως μια από τις μεγαλύτερους συγγραφείς του 20ου αιώνα.
Σε αντιπαράθεση με το έργο της Γκόρντιμερ που εξερευνά το άτομο αλλά ταυτόχρονα το φέρνει πάντα αντιμέτωπο με τον τρόπο που συνδιαλέγεται με το κοινωνικό - πολιτισμικό του περιβάλλον, παρουσιάστηκε η ενδοσκόπηση του Ροθ, μέσα από το μυθιστόρημά του «Το ζώο που Ξεψυχά». Η προσπάθειά του να εξερευνήσει το αχαλίνωτο αρσενικό ένστικτο της σεξουαλικότητας και πως αυτό επιδρά στον ανδρικό βίο και ειδικότερα, στο συγκεκριμένο έργο, κατά την φάση της ζωής όπου ο άνδρας πλησιάζει τις σκοτεινές Πύλες, ενόχλησε. Η μονομερής ενασχόληση με το φαλλό και η τοποθέτηση του ως καίριου και μοναδικού χαρακτηριστικού του ανδρικού σύμπαντος εγκλώβισε τους περισσότερους σε έναν αποπνικτικό, αυτιστικό κόσμο ατελέσφορου ηδονισμού. Η πλήρης απουσία ερωτισμού, πέραν του σεξουαλικού, επέφερε ένα αίσθημα μη ταύτισης.
Μάταια μια ψυχολογική προσέγγιση υπερασπίστηκε ότι ο άνδρας ταυτίζεται με το «έχει» και η γυναίκα με το «είναι» και άρα πρέπει να ειδωθεί από μια άλλη σκοπιά το έργο του Ροθ, μάταια η υπεράσπιση ότι η παρουσίαση του «ακραίου» σκοπεύει στο να διεισδύσει στα αρχέγονα βάθη του ανδρικού ψυχισμού για να φέρει στην επιφάνεια την πραγματική υπόσταση του αρσενικού.
Ενδιαφέρον προκάλεσε η προσέγγιση του «άλλου» στη νοηματοδότηση του «εγώ» και στα δύο μυθιστορήματα, του πρώην συζύγου καθώς και των «άλλων» του κοινωνικού πολιτικού περιβάλλοντος στο μυθιστόρημα της Γκόρντιμερ, της υπέροχης ερωμένης με τον τέλειο μαστό στο έργο του Ροθ. Ίσως τελικά η πεμπτουσία και των δύο έργων να βρίσκεται στη σχέση και στο είδος των σχέσεων που δημιουργεί το «εγώ» με το «άλλο» τόσο στο προσωπικό / ατομικό όσο και στο κοινωνικό / συλλογικό επίπεδο.
Πιθανά στο έργο της Γκόρντιμερ ο «άλλος» να είναι αναγκαίος για την ολοκλήρωση της ανθρώπινης υπόστασης του «εγώ», ενός ‘εγώ’ που διαμορφώνεται και διαμορφώνει τον κόσμο που το περιβάλλει, ενώ στο έργο του Ροθ ο «άλλος», και στην προκειμένη περίπτωση η γυναίκα, να περιορίζεται στο να προσφέρει στο ανδρικό «εγώ», την πληρότητα που αναζητεί η ανδρική σωματότητα, η κατά Ροθ πεμπτουσία του αρσενικού και όπου η μετεξέλιξη της σχέσης πέρα του σωματικού, αντί να ολοκληρώνει υποσκάπτει τον πυρήνα του ανδρικού «εγώ».

Κυριακή 31 Μαΐου 2009

Athens Fringe Festival 2009-Ομάδα στην Τύχη

Οι Θεώνη Δέδε και Ανδρονίκη Μαστοράκη, μέλη της Λέσχης Ανάγνωσης του ΜΕΛΟΜΑ, έγραψαν και σας προσκαλούν:





Δελτίο Τύπου

Ομάδα στην Τύχη

Games

Η Ομάδα στην Τύχη, που υποστηρίζεται από την Ένωση Θεατρικής Γραφής, παρουσιάζει το Games. Μια σπονδυλωτή θεατρική παράσταση δημιουργήθηκε με αφορμή τα παιχνίδια, που αποτελούν σημείο αναφοράς και καθρεφτίζουν την ανάγκη για περιπέτεια και καταφύγιο.

Η παράσταση είναι η αφορμή για να δούμε το παιχνίδι της κάθε μέρας: Παιδικό; Φαντασίας; Ερωτικό; Εξουσίας;

Στο Games οι κανόνες υπάρχουν για να ανατρέπονται συνεχώς, οι ήρωες τριγυρνάνε απ’ το παρόν στο παρελθόν, κάνουν βόλτα με το τρενάκι, παίζουν κρυφτό και κυνηγητό και σας παίρνουν μαζί τους στο παιχνίδι…
Ένα σύντομο όνειρο ή μήπως μια σύντομη πραγματικότητα;

Λίγα λόγια για την Ομάδα

ΟΜΑΔΑΣΤΗΝΤΥΧΗ

Δεν πάνε πολλά χρόνια που ο Ανδρέας Φλουράκης και τα εργαστήριά του έγιναν αφορμή να συναντηθούν μερικές δεκάδες θεατρικοί συγγραφείς, με ή χωρίς ήδη καταγεγραμμένο έργο, με σκοπό την περισσότερο επιστημονική προσέγγιση στη θεατρική γραφή.

Είναι μόλις δύο χρόνια που μικρά δείγματα της γραφής τους «ζωντάνεψαν» στο θέατρο «Επί Κολωνώ», άλλα ως αναλόγιο (σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Αρβανιτάκη) και άλλα ως σπονδυλωτή παράσταση (σε σκηνοθεσία Αλεξάνδρας Παυλίδου). Και βέβαια δεν είναι μόνο τα τελευταία χρόνια που –μεμονωμένα- κάποιοι από αυτούς τους συγγραφείς έχουν δει έργα τους ν’ ανεβαίνουν μ’ επιτυχία στις Αθηναϊκές σκηνές.

Και είναι μόλις πριν δύο μήνες που 15 απ’ αυτούς τους συγγραφείς, αποφάσισαν να γράψουν για τη σημερινή παράσταση, υπακούοντας σε μία μόνο σύμβαση: το θέμα θα έπρεπε να έχει σημείο αναφοράς κάποιο παιχνίδι. Ο τίτλος θα ήταν «GAMES», στα αγγλικά, αφού θα έγραφαν με αφορμή κατ’ αρχάς τη συμμετοχή στο διεθνές «Athens Fringe Festival». Το έργο τους ανέλαβαν να ζωντανέψουν δέκα ηθοποιοί και πολλοί ακόμη συντελεστές, άλλος στη σκηνοθεσία, άλλος στη διδασκαλία των ρόλων, άλλος στη μουσική, άλλος στην κίνηση, άλλος στις δημόσιες σχέσεις, άλλος στα φώτα και τον ήχο, άλλος στη φωτογράφηση… Ένας κόσμος ολόκληρος από ανθρώπους που ασχολούνται με το θέατρο και οι δρόμοι τους διασταυρώθηκαν για πρώτη φορά.

Κάπως έτσι ξεκινήσαμε. Κάπως έτσι σας συναντήσαμε.


Ημέρες και ώρες Παραστάσεων

Ημέρα: 10/06 - Τόπος: Αrt house –Ώρα παράστασης: 21.40 - 22.40
Ημέρα:16/6 – Τόπος: Θέατρο Δίπυλο - Ώρα παράστασης: 19.00- 20.00


Οι Συντελεστές της Παράστασης

Συγγραφείς
Ασλανίδης Βασίλης, Γκούβη Αντωνία, Δέδε Θεώνη, Θαλασσινού Βίκυ, Θανάσουλα Χριστίνα, Καραντζή Πολυάνα, Μαστοράκη Ανδρονίκη, Μεσσαριτάκη Εύη, Μιχοπούλου Βίκυ, Ξηρίδου Αδαμαντία, Σπετσιέρης Στέφανος, Τανίδου Δανάη, Τραμπούλη Βάσια, Χατζηεμμανουήλ Μαρία, Χριστοφή Χριστίνα.

Ηθοποιοί
Ασλανίδης Δημήτρης, Θαλασσινού Βίκυ, Θεοδόση Χρύσα, Κορόζης Θοδωρής, Κουτσοθεόδωρος Δημήτρης, Μπαγλανέα Ίριδα, Πάτσιου Βάλια, Τοπαλίδης Δημήτρης, Τραμπούλη Βάσια, Τριανταφύλλου Ελένη.

Σκηνοθεσία
Βασίλης Ασλανίδης

Βοηθοί Σκηνοθέτη
Αντωνία Γκούβη, Θεώνη Δέδε

Διδασκαλία Ρόλων
Αντωνία Γκούβη

Μουσική
Κώστας Κυδωνάκης

Κινησιολογία
Ελισσάβετ Αραβίδου

Επιμέλεια Φωτισμού
Χριστίνα Θανάσουλα

Χειριστής Φωτισμού
Σωτήρης Κάργας

Φωτογράφοι
Χαράλαμπος Βλάχος, Θέμις Λειβαδέας

Οι στίχοι του τραγουδιού είναι της Βίκυς Θαλασσινού

Παρασκευή 22 Μαΐου 2009

Athens Fringe Festival 2009 _ η πρόταση της λέσχης μας

Λέσχη Ανάγνωσης ΜΕ.Λ.ΟΜΑ


Στο πλαίσιο του Athens Fringe Festival 2009 η Λέσχη Ανάγνωσης ΜΕ.Λ.ΟΜΑ προτείνει τη δημιουργία ανοικτών λεσχών ανάγνωσης με τη συμμετοχή κάθε ενδιαφερόμενου.


Διαβάστε κάποιο απ’ τα παρακάτω και ελάτε να το συζητήσουμε!!!!!!!!!




ΛΕΣΧΗ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ

Η γιαγιά στην Παραμυθοχώρα της Ευγενίας Κολυδά
Συντ.: Μελίνα Σφήκα - Θεώνη Δέδε




ΛΕΣΧΗ ΓΙΑ ΕΦΗΒΟΥΣ

Μαύρος Κύκνος μυθιστόρημα του David Mitchell
Συντ.: Κατερίνα Γιάντσιου - Νεφέλη Δεσύπρη Γιάντσιου




ΛΕΣΧΗ ΓΙΑ ΕΝΗΛΙΚΕΣ

Μακαριότητα διήγημα της Catherine Mansfield
Συντ.: Μαίρη Αλεξοπούλου - Γιάννης Χαιρετάκης


Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων μυθιστόρημα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες
Συντ.: Ανδρονίκη Μαστοράκη - Θεώνη Δέδε


Ο φοιτητής διήγημα του Αντον Τσέχωφ
Συντ.: Μάρθα Κοσκινά - Μαρία Τσολακούδη


Παραρλάμα διήγημα του Δημοσθένη Βουτυρά
Συντ.:Μάρθα Κοσκινά - Μαρία Τσολακούδη


Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν θεατρικό έργο του Μπέρτολ Μπρεχτ
Συντ.: Φλωρεντία Μπακομήτρου - Έφη Εξάρχου

Πέμπτη 14 Μαΐου 2009

Athens Fringe Festival 2009

Εκεί που η τέχνη συναντά τη δράση


“Το Fringe Festival είναι μια εκτεταμένη πολυσυλλεκτική καλλιτεχνική διοργάνωση η οποία αγκαλιάζει ελεύθερα όλες τις τέχνες και παραμένει στενά συνδεδεμένη με την πόλη που τη φιλοξενεί και τους πολίτες της. Ξεκίνησε από το Εδιμβούργοκάθε χρόνο συγκεντρώνει, περίπου για έναν μήνα, γύρω στους 2,5 εκατ. θεατές- και έκτοτε έχει υιοθετηθεί από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Με μότο «Η Αθήνα μάς ανήκει», εφέτος διοργανώνεται για πρώτη φορά με κύριο υπεύθυνο τονΓιώργο Νέρη . Με επίκεντρο την Τεχνόπολη θα απλώνεται σε μια ακτίνα δέκα μικρότερων «κομητών»: από το Μικρό Πολυτεχνείο ως το μπαρ Βoozeόπου και συστήθηκαν την περασμένη Πέμπτη στους δημοσιογράφους οι διοργανωτές και ορισμένοι από τους συνεργαζόμενους καλλιτέχνες” ( http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artId=263781&dt=14/04/2009 )



Η Λέσχη Aνάγνωσης ΜΕ.Λ.ΟΜΑ θα συμμετάσχει στο Athens Fringe Festival 2009 με ανοικτές λέσχες ανάγνωσης.

«Η λειτουργία της Λέσχης Ανάγνωσης ΜΕ.Λ.ΟΜΑ μας επέτρεψε να μοιραστούμε την αγάπη μας για την ανάγνωση και τη λογοτεχνία, να γνωρίσουμε κείμενα και ανθρώπους και να περάσουμε πολλές όμορφες στιγμές. Επιθυμία μας είναι να πολλαπλασιάσουμε τις όμορφες στιγμές στη ζωή μας και να μεταδώσουμε την αγάπη μας για την ανάγνωση και τη συζήτηση της λογοτεχνίας και σε περισσότερους άλλους.

Η πρότασή μας για το Fringe Festival έχει να κάνει με λέσχες που θα λειτουργήσουν κατά τρόπο παρόμοιο με τη Λέσχη Ανάγνωσης ΜΕ.Λ.ΟΜΑ. Στο πρόγραμμα του φεστιβάλ θα έχουν ανακοινωθεί τα κείμενα που θα συζητηθούν, έτσι ώστε οι συμμετέχοντες να έχουν τη δυνατότητα να το διαβάσουν πριν από την προκαθορισμένη ημερομηνία συνάντησης και συζήτησης. Οι συμμετέχοντες θα έχουν δηλώσει τη συμμετοχή τους πριν από την πραγματοποίηση της εκάστοτε λέσχης».
Σε επόμενο post θα ανέβουν και τα βιβλία που προτείνει προς ανάγνωση η Λέσχη Ανάγνωσης ΜΕ.Λ.ΟΜΑ
Οι φωτογραφίες απ' την παρουσίαση κάποιων ομάδων στο Booze (9/4/09)

Τετάρτη 13 Μαΐου 2009

Zadie Smith - Στην ομορφιά που χάνεται

Zadie Smith : όμορφη, νέα, παντρεμένη με ποιητή, ταλαντούχα
(όχι, όχι, όχι, μην το γράφεις έτσι, ακούγεται λες και πρόκειται για τραγουδίστρια της πιάτσας)

Zadie Smith : μιγάς, αγγλίδα, σπουδαγμένη στις Οξφόρδες, δίδαξε στο Χάρβαρντ και στο Κολούμπια
(όχι, όχι, όχι, ούτε έτσι, τώρα ακούγεται πολύ πομπώδες και πολιτικοποιημένο: τί σε νοιάζει το χρώμα του κορμιού της και το πού δίδαξε; Δηλαδή, αν ήταν ανθρακορύχος; Όχι, όχι, πάμε πάλι)

Zadie Smith : έχει γράψει 3 μυθιστορήματα και πάμπολλα διηγήματα, γράφει θεωρητικά κείμενα, έχει επιμεληθεί μία συλλογή διηγημάτων
(οκ, καλύτερα τώρα, αλλά όχι ακόμα. Αυτά δεν μας λένε τίποτε για το λόγο που τη διάλεξες για τη Λέσχη)

Zadie Smith : πολυδιαβασμένη (από κοινό κάθε κατηγορίας) και πολυβραβευμένη (από επιτροπές κάθε κατηγορίας)
(όχι, ούτε κι αυτό είναι καλό, τί πάει να πει «κατηγορία», ποια είναι τα κριτήρια κατηγοριοποίησης κλπ κλπ κλπ)


Zadie Smith - Στην ομορφιά που χάνεται
Ένα μυθιστόρημα γεμάτο ενδιαφέροντες χαρακτήρες που συγκρούονται, αγαπιούνται και τσακώνονται και προχωρούν, μια ιστορία που συνομιλεί απευθείας με το "Howard's End" του E.M.Forster, ένα βιβλίο για την αγάπη, τη φιλία, την ταυτότητα, την πίστη, το Θεό, την τέχνη και το πώς επιτέλους μπορείς να βρεις ποιος είσαι και ποιοι είναι όλοι αυτοί τριγύρω σου.
Συναναγνώστες απ΄τη Λέσχη είπανε πως ίσως να θυμίζει κάτι από «Ατίθασα νιάτα» (όλοι τα φτιάχνουν με όλους), ενώ κάποιοι άλλοι πως είμαστε τυχεροί να μπουρούμε να διαβάζουμε τέτοια βιβλία. Ακούστηκε η επιθυμία να διαβάσουμε (κατά μόνας) κι άλλα κείμενα της Zadie, τη στιγμή που άλλοι συν-λεσχίτες λέγανε πως δυσκολεύτηκαν πολύυυυυυυυυ να φτάσουν μέχρι το τέρμα της Ομορφιάς που χάνεται.
Φλύαρο, ανούσιο, αριστούργημα, ανθρώπινο, προβληματικό, αγαπησιάρικο, πανέξυπνο, υπερβολικά περιγραφικό και άλλα τέτοια ακούστηκαν για το εν λόγω μυθιστόρημα. Κι όλα αυτά σε μία συζήτηση η οποία τελείωσε επειδή σε λίγο θα μας έδιωχναν από τον τόπο συνάντησής μας.
Δεν ξέρω αν η ομορφιά χάνεται. Ξέρω όμως πως η μόνη πιθανότητα για να γεννηθεί είναι η αγάπη.
(Το εισαγωγικό κείμενο, εκείνο που αναζητώ την ταυτότητα της Zadie Smith, είναι γραμμένο με τον τρόπο του Woody Allen στην εισαγωγή της ταινίας του "Manhattan". Δείτε την!)

Τρίτη 7 Απριλίου 2009

Πανοπλίες και γάτοι

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να προσεγγίσεις ένα βιβλίο, πάρα πολλοί. Μπορεί να το ξεφυλλίσεις αφηρημένα, μπορεί να το ρουφήξεις αχόρταγα, μπορεί να ερωτοτροπήσεις μαζί του ανάλαφρα ή/και επανειλημμένα, μπορεί να γράψεις πάνω στα φύλλα του –όσο αυτά δεν είναι ψηφιακά-, μπορεί να το προσεγγίσεις με απόλυτη σοβαρότητα ή με διάθεση παιγνιώδη, μπορεί, μπορεί, μπορεί…Μπορεί και να μην το προσεγγίσεις καθόλου. Να μην καταδεχτείς να το πλησιάσεις. Να το απορρίψεις, ίσως και με την πρώτη ματιά -έτσι όπως συχνά πυκνά απορρίπτουμε και ανθρώπους από τη ζωή μας. Χωρίς να δώσουμε στους εαυτούς μας μια ευκαιρία (ή περισσότερες) να συμπορευτούμε, να κερδίσουμε από τη διαφορετικότητα μας, να υπερβούμε τα όρια και τα σύνορα μας.

Πρόχειρες σκέψεις, γρήγορες, με αφορμή τα δύο βιβλία για τα οποία συζητήσαμε χθες στη λέσχη μας, τον «Ιππότη με τη Σκουριασμένη Πανοπλία» και την «Ιστορία του γάτου που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει». Βιβλία ετερογενή και όμως έως έναν βαθμό παρόμοια, και όχι επειδή στα ράφια ενός ελληνικού βιβλιοπωλείου, πολύ κακώς, θα τα βρει κάποιος στο ίδιο τμήμα, της ξένης λογοτεχνίας.

«Σε ποιον απευθύνονται», ήταν μια ερώτηση ή μάλλον ένα θέμα που μας απασχόλησε ιδιαίτερα στη συζήτηση μας, που, αν και, λόγω των συγκεκριμένων βιβλίων, της έλειπε το ειδικό βάρος της ‘λογοτεχνικότητας’ που τόσο μας αρέσει (και συνήθως αναζητούμε), ήταν εντούτοις πολύ ζωντανή και, χάριν στις υποκριτικές ικανότητες του Γιάννη Χ., του ιππότη με το κράνος-σουρωτήρι, και άκρως κωμική. «Σε ενήλικες που ψάχνονται για αυτογνωσία και αυτοπραγμάτωση», «σε παιδιά», «σε οποιονδήποτε πάνω από 9» (ή ίσως και 8, η Κατερίνα διάβασε τον «Γάτο» στην οχτάχρονη κόρη της), «σε ηλίθιους», «πάντως όχι σ’ εμένα»…ήταν κάποιες από τις πολλές τοποθετήσεις. Όλες, όπως πάντα, απόλυτα σεβαστές. Είναι πολύτιμο και αναφαίρετο δικαίωμα καθενός και καθεμιάς μας να έχει τα γούστα του, τις αρέσκειες και τις απαρέσκειες του, τις προτιμήσεις του για οτιδήποτε και οποιονδήποτε, το πώς εντέλει θέλει να διοχετεύει τον λίγο χρόνο που μας έχει δοθεί πάνω σ’ αυτή τη γη, και επομένως να κάνει τις επιλογές του, σε σχέση με τα βιβλία που προσεγγίζει. Η λέσχη ανάγνωσης, στην οποία έχουμε συνειδητά επιλέξει να συμμετέχουμε, μας ‘αναγκάζει’, εφόσον το θέλουμε, να κάνουμε ένα διαφορετικό βήμα.

«Όταν διαβάζω ένα βιβλίο δεν σκέφτομαι σε ποιον απευθύνεται, δεν με απασχολεί. Με αφορμή το βιβλίο, κάνω συνειρμούς (τους οποίους και συχνά σημειώνω πάνω στα φύλλα του), σκέφτομαι με ποιον τρόπο αφορά εμένα, τον περίγυρο μου, τον κόσμο γύρω μου…μπορεί να μην με αφορά στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αλλά σε κάποια άλλη φάση της ζωής μου», μας είπε η Αλεξάνδρα, μία από τις δύο συντονίστριες της χθεσινής βραδιάς, και ας με συγχωρήσει για την ελεύθερη απόδοση των λόγων της. Η Αλεξάνδρα περίμενε υπομονετικά, -εξαιρετικά υπομονετικά, λαμβάνοντας υπόψη τα δικά της όρια υπομονής, όπως, χαμογελαστά, μας πληροφόρησε- για να κλείσει ο κύκλος των σχολίων, και να πάρει κι αυτή το λόγο. Στα λόγια της μένω και στη στάση της.



ΥΓ. Ήταν μεγάλη χαρά για μας να γνωρίσουμε από κοντά τη Νεφέλη, τη μεγάλη κόρη της Κατερίνας -ήδη στην πρώτη γυμνασίου-, που μας τίμησε με την παρουσία και με τις απόψεις της. Και η οποία, ως νέο βαρόμετρο της παρέας μας, αποφάνθηκε ότι δεν είμαστε βαρετοί…ή έστω, ότι αυτή τη φορά δεν (μας) βαρέθηκε!!! Γι’ αυτό και μας πρότεινε ένα από τα προσεχή αναγνώσματα της λέσχης μας, το «Μαύρος Κύκνος», του Ντέιβιντ Μίτσελ. Σ’ ευχαριστούμε Νεφέλη. Και πού ξέρεις, μπορεί την προσεχή φορά να φορούμε όλοι και όλες κοστούμια και ταγέρ…έτσι δεν περίμενες να μας δεις; Μην ξεχνάς όμως, υπάρχουν πολλές διαφορετικές πανοπλίες…όπως υπάρχουν και πολλοί διαφορετικοί γάτοι…

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2009

ΠΕΡΙ ΤΥΦΛΟΤΗΤΟΣ

Σαραμάγκου. Νομπελίστας (αν και λίγο μας απασχόλησε αυτό).

Περί τυφλότητος.
Φλύαρο.
Βαρετό.
Συμβολικό.
Θριλεράκι.
Φιλοσοφικό.
Αριστούργημα.
Χρειάζεται μια καλή επιμέλεια (βλέπε: κόψιμο 100-150 σελίδων).
Απόψεις που ακούστηκαν στην προχθεσινή συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης του ΜΕΛΟΜΑ αναφορικά με το «Περί τυφλότητος» του Ζοζέ Σαραμάγκου.

Πάντα με εντυπωσιάζει το πόσο διαφορετικά διαβάζει ο κάθε άνθρωπος το ίδιο βιβλίο. Ίσως τελικά να υπάρχουν τόσες αναγνώσεις όσοι και αναγνώστες. Είναι και αυτό το στοιχείο που κάνει τη λογοτεχνία τόσο συναρπαστική.

Εκείνο στο οποίο συμφωνήσαμε όλοι είναι ότι πρόκειται για ένα ενδιαφέρον κείμενο, με χαρακτήρες συμβολικούς που κινούνται σε ένα συμβολικό (άχρονο και άτοπο) σύμπαν. Η λευκή τυφλότητα που έρχεται να ανατρέψει τις ζωές κάποιων ανθρώπων τους οδηγεί στην απομόνωση από την λοιπή «κανονική» κοινωνία. Μέσα σ΄αυτήν την απομόνωση αδυνατούν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους: αν και τυφλοί οι κακοί παραμένουν κακοί και οι καλοί καλοί. Μοιάζει το ανθρώπινο είδος να μην μπορεί παρά να δημιουργήσει κοινωνίες δομημένες γύρω από σχέσεις εξουσίας. Μοιάζει να μην μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο πέρα από αυτό.

Και ξαφνικά η τύφλωση φεύγει, όλα επιστρέφουν στο πριν, στο κανονικό. Σαν όλη η φρίκη που προηγήθηκε να μην συνέβει ποτέ.

Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2009

Λάρισα, 22/1/09


Την περασμένη Πέμπτη παραβρεθήκαμε σε μια εκδήλωση στη Λάρισα για να υποστηρίξουμε και να χειροκροτήσουμε ένα απ’ τα πρώτα μέλη της ομάδας μας τη Χριστίνα Μπόγκα, η οποία έλαβε μέρος στον Πανθεσσαλικό διαγωνισμό ποιήματος-διηγήματος και κέρδισε το πρώτο βραβείο διηγήματος.
Να την υποστηρίξουμε γιατί αυτό έχει ανάγκη ένας νέος δημιουργός και να τη χειροκροτήσουμε γιατί το διήγημά της ήταν πολύ καλό (δεν γνωρίζω βέβαια τα άλλα – αλλά έχω κάθε δικαίωμα να μεροληπτώ).



Το διαγωνισμό είχε οργανώσει ο Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Λαρισαίων και το περιοδικό Γραφή, Τετράδια Λογοτεχνίας. Υπήρχαν κάποια σαφώς οργανωτικά προβλήματα διαχείρισης του χρόνου της εκδήλωσης, μια δυσκαμψία συντονισμού: η επιτροπή «πρότεινε» τους νικητές αρχικά, ακολούθησε διάλειμμα με τη Γυναικεία Χορωδία της Λέσχης Φιλόμουσων (η οποία ήταν πολύ καλή) και ακολούθησε η βράβευση.
Από την κριτική επιτροπή ξεχωρίζω την Γιολάντα Πατεράκη (γενική γραμματέα της «Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών» http://www.eeths.gr/full_product1.php?prod_id=ektakta_124&page=2), της οποίας η σεμνή παρουσία και η στιβαρότητα της μορφής πρόσφερε μια κάποια εγγύηση. Τους υπόλοιπους δεν τους γνώριζα (ποιοι ήταν και σχόλια για την εκδήλωση μπορείτε να δείτε και στο blog του περιοδικού Γραφή http://graphi-larissa.blogspot.com/) αλλά δεν σχημάτισα και την τρομερή εικόνα…



Απ’ τα λεγόμενα των διοργανωτών η συμμετοχή στο διαγωνισμό ήταν αρκετά μεγάλη (κάποιες εκατοντάδες ποιήματα, λιγότερα διηγήματα), αλλά διατηρώ αμφιβολίες για το ποιοτικό αποτέλεσμα κυρίως στο κομμάτι της ποίησης, (αν είναι αυτό που μετράει) κρίνοντας απ’ τα τρία βραβευθέντα ποιήματα που διαβάστηκαν από ηθοποιούς.
Το περιοδικό Γραφή απ’ την άλλη έχει μια πολύ καλή πορεία (δείτε το blog του να πάρετε μια γεύση, το τελευταίο του τεύχος είναι αφιερωμένο στον Μ. Καραγάτση), ποντάροντας σε μια υψηλή αξιολόγηση.



Νομίζω ότι απ’ όσα μπορώ να καταλάβω αναγνωρίζω δύο στοιχεία σε όλη αυτήν την προσπάθεια του διαγωνισμού: Το πρώτο είναι αρνητικό και θα το πω με ένα παράδειγμα: όταν σπούδαζα στα Γιάννενα, παρακολούθησα μια έκθεση ζωγραφικής (Ελλήνων καλλιτεχνών όχι όμως μόνο Ιωαννιτών). Την αφίσα της έκθεσης είχε επιλεχθεί να κοσμήσει ένας πίνακας με έναν βοσκό που έπαιζε τη φλογέρα του…
Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι αυτός ο περιορισμένος χώρος δράσης-αντίδρασης, μικρής εμβέλειας, επαρχιακός εν γένει, ίσως καθιστά την όλη οργάνωση πιο «αθώα». Ίσως δηλαδή να προστατεύεται και όλο αυτό με το να κρατιέται έξω απ’ τα πράγματα. Δεν ξέρω αν είναι καλό, αν είναι συντηρητικό, οπισθοδρομικό, αλλά έχει μια, κουρασμένη βέβαια, αυθεντικότητα.


Σίγουρα από μια εκδήλωση που παρακολούθησα δεν μπορώ να βγάλω ασφαλή συμπεράσματα για το τι γίνεται ή όχι σε μια πόλη, νομό κ.λπ. κ.λπ.. Και το λέω γιατί σίγουρα γίνονται φιλότιμες προσπάθειες. Η Άννα-booklover για παράδειγμα ζει στη Λάρισα, και, αν και δεν καταφέραμε να πούμε πολλά πράγματα, έδειχνε πολύ ικανοποιημένη και ευχαριστημένη. Να προσθέσω και το free press YourCity (http://www.your-city.gr/index.php) του φίλου Γιάννη Αντάμη ή την οργάνωση των λεσχών ανάγνωσης του Βόλου από τον Ακρίβο.


Αναμφίβολα, ένας διαγωνισμός μπορεί να βάλει κάποιους ανθρώπους σε μια «καλλιτεχνική» τροχιά, ίσως δηλαδή τους δώσει ώθηση να γνωρίσουν βαθύτερα κάποια πράγματα, ίσως, ίσως, ίσως… (Δεν αναιρούνται πάντως αυτά που έχουμε υποστηρίξει ως Λέσχη Ανάγνωσης ΜΕΛΟΜΑ για το Βραβείο Αναγνωστών… για το οποίο ευτυχώς – ευκαιρίας δοθείσης – δεν λάβαμε μέρος…)

Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009

Μυθιστόρημα με κοκαϊνη ΙΙ

Ο Μ. Αγκέεφ, ένας συγγραφέας-φάντασμα που κανείς ποτέ δεν είδε το πρόσωπό του, που άλλοι θεωρούν επίγονο του Ντοστογιέφσκι κι άλλοι ετερώνυμο του Ναμπόκοφ, μας άφησε δύο μονάχα έργα, σημαντικότερο εκ των οποίων το Μυθιστόρημα με Κοκαΐνη.

Είναι η ημερολογιακή αφήγηση της καθημερινής περιπλάνησης ενός ευφυή αντιδραστικού εφήβου στη Μόσχα του 1920, η αρσενική σχολική φιλία, η αμφίθυμη σχέση με την χήρα μητέρα, η σεξουαλική κατίσχυση επί της γυναίκας και το ταπεινωτικό της αντίβαρο, είναι το φλεγόμενο αδιέξοδο μιας ζωής που δεν επενδύει σε καμιά άλλη ζωή, ο βιολογικός εθισμός από την κοκαϊνή αλλά και ο ψυχικός εθισμός από την κοκαΐνη: η κάθε αυτοκαστροφική έξη που άλλοτε καταδύει τον υπαρξιακό πυρήνα του ήρωα στα σκοτάδια της παραίτησης και άλλοτε τον εισάγει στη σφαίρα μιας ανώτερης αντιληπτικής ορατότητας—εκεί που έκσταση γίνεται διαύγεια και η σύλληψη της ψυχικής οντότητας μεταμορφώνεται σε φιλοσοφική εικόνα: ένα εκκρεμές αενάως ταλαντευόμενο ανάμεσα στα διπολικά ελατήρια του καλού και του κακού (όσο πιο βαθιά συμπιέζεται στο ένα άκρο με τόσο μεγαλύτερη ορμή θα εκτοξευτεί στο απέναντι).

Ο συγγραφέας χειρίζεται τον μακροπερίοδο λόγο, τη συμπυκνωμένη περιγραφή που σφύζει από ειρωνικές μεταφορές, την τραχύτητα της λέξης πάνω στη σέλα της ποιητικότητας καλπάζοντας, πολλές φορές, ώς τον απροκάλυπτο κυνισμό συμπερασματικών αλμάτων που υπερβαίνουν όρια εξωτερικευμένης προσωπικής αλήθειας—μεθοριακές γραμμές ορισμένες απ’ το κοινωνικό αίσθημα περί εκφραστικής παραβατικότητας—τόσο της εποχής κατά την οποία γράφτηκε το βιβλίο αυτό όσο, απ’ ό,τι φαίνεται, και της κατοπινής.
Διότι αν η αλήθεια, όπως γράφει ο Bataille, υφίσταται μόνον όταν «σκεφτόμαστε εκείνο που εξωθεί στα άκρα τη δυνατότητα του να σκεφτόμαστε», διότι αν «η κυρίαρχη υπόσταση των πραγμάτων βρίσκεται μονάχα στο ανομολόγητο», τότε οι μυθιστορηματικές σκέψεις του Αγκέεφ—οι λογοτεχνικές καταθέσεις του δικού του «ανομολόγητου»—που καταφέρνουν να μας σοκάρουν στο σήμερα δεν μπορούν παρά να φωτίζουν με την βλοσυρή ανταύγεια της μεγαλοφυΐας του έναν κόσμο που δεν έχει πάψει, ή ίσως έχει εντείνει, την τάση του ν’ αυτολογοκρίνει τα μύχια και να υπερβάλλει τα επιδερμικά, έναν κόσμο που λέει στον εαυτό του ψέματα (κατ’ επέκτασιν: τον κόσμο της ανυπόστατης εξωτερίκευσης).
Επιπλέον, ο αισθητικός πειραματισμός—ανεξαρτήτως υπόθεσης—του Αγκέεφ δείχνει να βρίσκεται το ίδιο μπροστά από την εποχή του: μη-περαιωτική και ακατάληκτη μυθιστορηματική δομή, άρτια χρήση της δοκιμιακής παρέκβασης, απουσία καταλυτικού ιστορικού πλαισίου—το ψυχογράφημα στη διαχρονία του—, μη-δραματοποιημένες συνδέσεις μεταξύ των κεφαλαίων ούτως ώστε οι θεματικές ενότητες να παρατάσσονται σαν συγκοινωνούντα δοχεία αλλά και χωρίς καμιά απ’ αυτές να υποσκελίζει (χαντακώνει, δεσμεύει) τις υπόλοιπες: ένα διαρκώς μετατοπιζόμενο κέντρο βάρους και, ταυτόχρονα, ένα αέρινο πέρασμα της ψυχής-εκκρεμούς απ’ την πρώτη ώς την τελευταία σελίδα—πρόκειται για λογοτεχνία που περισσότερο εγείρει ερωτήσεις παρά καταγράφει απαντήσεις, για ένα συνθετικό επίτευγμα που μας επιτρέπει να μιλήσουμε όχι μόνον περί ιδιαίτερης φωνής της ρωσικής λογοτεχνίας αλλά και για σημαίνοντα κόμβο στην οργανική εξέλιξη του παγκόσμιου μυθιστορήματος.



Αναρωτιέται κανείς, με την ρομαντική θλίψη που προκαλούν οι υποθετικές λοξοδρομήσεις του τετελεσμένου, ποια θα ήταν επίδραση του Αγκέεφ στην Ιστορία της λογοτεχνίας αν μας είχε αφήσει ολόκληρη τη βροχή αντί μιας σταγόνας... Είναι όμως εμφανές (πέρα από τις όποιες υποθέσεις) ότι αυτό το βιβλίο γράφτηκε από κάποιον που πραγματικά αγαπούσε εκείνο που έκανε—κρίμα λοιπόν που δεν συνέχισε να το κάνει ή δεν θέλησε να το μοιραστεί παρότι το έκανε. Ακόμα, ωστόσο, και η σταγόνα του Μυθιστορήματος με Κοκαΐνη δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώνει τη ρήση: η λογοτεχνία είναι ή μεγάλη ή τίποτα.

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2009

Μια ιστορία με κοκαϊνη

Ρωσία, αρχές του 20ου αιώνα. Ο άγνωστος Αγκέεφ γράφει ένα μικρό διαμαντάκι καταγράφοντας την εσωτερική αδυναμία του ήρωά του, Βαντίμ Μασλένικοφ, να ελέγξει τον κόσμο του και να ενταχθεί σ’ αυτόν. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος και η επανάσταση των Μπολσεβίκων περνούν ξυστά αλλά δεν τον αγγίζουν. Αυτός εξακολουθεί να παραδέρνεται, απ’ όποιο ρόλο κι αν έχει – του δυνατού της τάξης, του ερωτευμένου νέου, του χρήστη κοκαΐνης – απ’ το «μίσος» του για την ίδια του τη μητέρα, στην αδυναμία του να δώσει αγάπη, για να παραδοθεί τελικά στον κόσμο της κοκαΐνης.




Ποιο είναι το κεντρικό θέμα του βιβλίου; Η πτώση του στα ναρκωτικά ή η σχέση του με τη μητέρα του τελικά; Και ο τίτλος; Το τέλος; Είναι αυτοβιογραφικό;
Ακούστηκαν πάρα πολλά τη Δευτέρα, στο πολυχώρο του Μεταίχμιου, οι οπτικές της ψυχανάλυσης και της ερμηνείας αυτών ήταν όμως που κυριάρχησαν.
Λογοτεχνικά ενταγμένος στη μεγάλη παράδοση – απ’ όπου σαφώς έχει επηρεαστεί – των ρώσων δημιουργών, με στοιχεία ωστόσο προοδευτικά – στη δομή, στη γλώσσα – ο Αγκέεφ δημιουργεί ένα κείμενο που σίγουρα δημιουργεί πολλά περισσότερα ερωτήματα απ’ αυτά που λύνει. Άριστος γνώστης της εποχής του, με τρομερή αντιληπτική ικανότητα και οξύνοια μοιάζει να δημιουργεί ένα κείμενο γύρω απ’ τον άξονα του ήρωα, ενός ήρωα όμως που η υπόστασή του ορίζεται και διαμορφώνεται απ’ τον περίγυρό του.




Ο Αγκέεφ δεν άφησε κανένα άλλο κείμενο ενώ κι οι πληροφορίες που έχουμε γιαυτόν είναι λιγοστές και αντικρουόμενες (κρίνοντας και απ’ τους προλόγους των δύο διαφορετικών εκδόσεων στην ελληνική γλώσσα!!!) …